
Τελικά πάντα μου άρεσαν οι «δαντέλες» στις ιστορίες, σαν κι αυτές που έβαζα την γιαγιά μου να μου λέει τα βράδια του Χειμώνα δίπλα στο τζάκι και πολλές φορές διαπίστωνα πως η γιαγιά αυτοσχεδίαζε γιατί κάθε φορά η ιστορία της είχε διαφορετικό τέλος.
Αυτές οι «δαντέλες» εξακολουθούν και μου αρέσουν ακόμα, κι ας μεγάλωσα· είναι που κάνουν πιο όμορφη την κατασκευή, όποια και να ’ναι. Να, κάτι παρόμοιο σαν αυτό που κάνει το ψιμύθι, που κι αυτό με την σειρά του αλλάζει τα πράγματα, στα άσχημα ρίχνει σκιές και δεν φαίνονται καθαρά, μπερδεύει το σχήμα τους, τους δίνει άλλη όψη, και στα όμορφα βάζει όλη του την δύναμη για να σου βγάλει εκείνο το «αχ», που δεν του δίνεις σημασία, κι όμως υπάρχει μέσα σου, βγαίνει στις «συννεφιές» και κάτι σαν να σου σφίγγει την καρδιά. «Αχ, και να έρχονταν πάλι οι μέρες οι παλιές, τότε που η ζωή μας είχε μόνο γέλιο», κι ας έκλαιγες όταν τις ζούσες!
Εκεί, μπαίνει το ψιμύθι, στα πρόσωπα που χάσαμε, στις μέρες που έφυγαν, κάνει ρετούς στο παρελθόν και το ωραιοποιεί για να το νοσταλγήσουμε!
Πέρασαν οι καιροί, και σαν να νύχτωσε,
και πώς ακούγεται αυτό σαν παραμύθι,
δεν έχει μέσα του νεράιδες, ξωτικά,
μονάχα της απόστασης το ψεύτικο ψιμύθι!
Η Γιώτα Μάρκου γεννήθηκε στα Σπάτα, όπου έζησε τις περισσότερες μέρες του βίου της, κυρίως Χειμώνες. Τα Καλοκαίρια τα περνούσε στην Λούτσα! Αγάπησε τις δύο πόλεις για διαφορετικούς λόγους την καθεμιά· την πρώτη γιατί εκεί είναι οι ρίζες της, και την δεύτερη για την αίσθηση ελευθερίας που της δίνει! Τώρα ζει μόνιμα στην Αρτέμιδα Αττικής.
Δίδαξε Αγγλικά και Γαλλικά αρκετά χρόνια.
Της αρέσει να παρατηρεί τους ανθρώπους και να τους βάζει μέσα σε διάφορες ιστορίες που γράφει. Επίσης, της αρέσει να δίνει «φωνή» στους «εκτός των τειχών», όπως η ίδια χαρακτηρίζει αρκετούς ήρωές της, σ’ αυτούς που πολλές φορές οι άλλοι δεν τους βλέπουν, σαν να μην υπάρχουν, μόνο και μόνο γιατί είναι διαφορετικοί! «Οι περισσότεροι από τους ήρωές μου δεν φορούν ατσαλάκωτα ρούχα», επισημαίνει, «γι’ αυτούς γράφω!»
Έχει δημοσιεύσει σε περιοδικά και εφημερίδες του Τοπικού καθώς και του Αθηναϊκού Τύπου.
Η ποιητική συλλογή «Του χρόνου το ψιμύθι» είναι το έκτο βιβλίο της.
Η γραφή της Γιώτας Μάρκου περιέχει όσα την βασάνισαν και την βασανίζουν ακόμα, μα και όσα την έκαναν να χαμογελά και να φωνάζει γεμάτη ευγνωμοσύνη κοιτώντας τον ουρανό λέγοντας: "Τι όμορφη που είναι η ζωή"! Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε κατάφερε να μας κοινωνήσει την αισιοδοξία μέσω της γραφής της και να μας δείξει πως τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει την ανθρώπινη θέληση, κανένα εμπόδιο, κανένας κοινωνικός αποκλεισμός! Έναν αποκλεισμό που βίωσε η ίδια έντονα ούσα άτομο με αναπηρία από την παιδική της ηλικία. Κατά την παιδική της ηλικίας παρακολούθησε μαθήματα κατ’ οίκον λόγω μη προσβάσιμων σχολείων. Πολλές φορές οι ήρωές της είναι αντιήρωες θέλοντας να δείξει με αυτόν τον τρόπο την υπεράσπισή της σε χαρακτήρες και φιγούρες που έζησαν ή ζουν κάποιες φορές εκτός των τειχών -όπως η ίδια επισημαίνει-σε αρκετές ομιλίες της. Κάτι άλλο που φαίνεται να την βασανίζει είναι ο χρόνος που φεύγει γρήγορα, τρέχει ανελέητος, σκληρός, και εμείς πρέπει να βιαστούμε για να τον κερδίσουμε. Άλλο ένα μεγάλο κεφάλαιο στην γραφή της είναι ο έρωτας, αυτή η μάχη ανάμεσα στον άντρα και στην γυναίκα, ανάμεσα στο θηλυκό και στο αρσενικό που μέρα νύχτα παλεύουν να κερδίσουν το παιχνίδι τής επικράτησης, η αγάπη, όχι μόνο η ερωτική, η αγάπη τής μάνας, η αγάπη τής ζωής, η αγάπη που χωρίς αυτήν ο κόσμος θα ήταν έρημος και αδηφάγος! Θα βρούμε όμως ακόμα στα βιβλία της, την αγάπη της για τα Σάββατα και τις Κυριακές που σηματοδοτούν την αλλαγή από την καθημερινότητα, την γλυκιά αίσθηση της ξεκούρασης, της "μικρής γιορτής" όπως έλεγε η γιαγιά της στο ποίημα Κυριακή κοντή γιορτή, από την συλλογή Χορός σαλτιμπάγκων, "την ευτυχία των μικρών στιγμών" αλλά και τα φεγγάρια, κυρίως τις πανσελήνους, τα κίτρινα φεγγάρια που κάνουν την ζωή μας να μοιάζει με σκηνικό θεάτρου, την θάλασσα, όλα τα μικρά ή μεγάλα «θαύματα» που αποτελούν μέρος της ζωής μας! Επίσης, παρατηρούμε στην γραφή της έναν παραλληλισμό της πραγματικής ζωής με την εικονική ζωή του Θεάτρου, χρίζοντας αρκετούς ήρωές της ηθοποιούς που παίζουν τους ρόλους τους στο έργο τής ζωής τους, ή την ζωή τους στους ρόλους τους, μετατρέποντας το αληθινό σε φανταστικό και αντίστροφα. Το Θέατρο είναι μια Τέχνη που αγαπά ιδιαίτερα η συγγραφέας γι’ αυτό και αυτά τα «παιχνίδια» θα τα δούμε να επαναλαμβάνονται στην γραφή της. Παράλληλα με την αγωνία της για τον χρόνο που φεύγει, διακρίνουμε την αγωνία της για το επερχόμενο τέλος που αφορά την ανθρώπινη ύπαρξη, τον θάνατο. Γράφει στο ποίημά της Γύρος τού θανάτου, από την ποιητική της συλλογή Στης ρίμας το φτερό, στου λόγου την ανέμη «Στον γύρο του θανάτου η αγωνία κορυφώνεται,/ ποιος να είναι απόψε το επόμενο θύμα ;/ Ποιος θα έρθει/ πρόσωπο με πρόσωπο με τον χαμό/ και στην ζωή του/ δεν θα κάνει ούτε ένα βήμα». Το μέσα της πληγώνει περισσότερο η κοινωνική υποκρισία, η μετριότητα του κόσμου, το ψέμα, τα στερεότυπα που γίνονται αόρατες φυλακές-κελιά που μας κλείνουν, μας εγκλωβίζουν εντός τους. Ο τόπος που την γέννησε, ο τόπος που λάτρεψε, τα αμπέλια, το κρασί, το σταφύλι με τις ποικιλίες του, το ροζακί, «Κέρασε όλους τους φίλους το κρασί/ που έφτιαξα μόνος μου/ με της ζωής την πείρα/ κι έλα και πιες απόψε ροζακί/ και ύστερα μέθυσε/ με των φιλιών την γλύκα!» Από την συλλογή, Του χρόνου το ψιμύθι.
Άλλο ένα σημείο αναφοράς στην γραφή της είναι οι ρίζες της που την κρατούν γερά στη γη. Άνθρωπος προσγειωμένος, γήινος, γι’ αυτό την πονούν τόσο τα βάσανα των ανθρώπων, οι καημοί τους. Η θεματολογία των βιβλίων της είναι η ζωή, η ζωή που γεννιέται, η ζωή που ακολουθεί τον κύκλο της φύσης, η μυστηριακή άνοιξη, η αναγέννηση της φύσης, η μυρωδιά του γιασεμιού που ταυτίζει με την κόρη της, οι μεγάλες γιορτές που συντροφεύουν τον άνθρωπο στον κύκλο της ζωής του, το Πάσχα που έχει ιδιαίτερη θέση στην ψυχή της συγγραφέως καθώς της προκαλεί ιδιαίτερους κραδασμούς πανηγυρίζοντας την νίκη της ζωής απέναντι στον θάνατο! Έρωτας, Άνοιξη, Χριστός, Ανάσταση, όλα ένα δοχείο άντλησης ποιητικής έμπνευσης, η μυρωδιά και η εικόνα μπλέκουν αξεδιάλυτα και στο βάθος ακούγεται η φωνή του ιερέα που ψέλνει το «Χριστός Ανέστη» ενώ τις νύχτες του καλοκαιριού ένα τζιτζίκι ξορκίζει τον θάνατο με το τραγούδι του που υμνεί τον έρωτα και την ζωή!
Ελίνα Κοντιζά, φιλόλογος